Κόλπος της Γουινέας: Τα μέτρα που πρέπει να τηρούνται από τα πλοία που ναυσιπλοούν στην περιοχή

0

Του Καπτ. Γ. Γεωργούλη

Σύμφωνα με την πρόσφατη ετήσια έκθεση του Κέντρου Αναφορών Πειρατείας (Piracy Reporting Centre – PRC) του Διεθνούς Ναυτιλιακού Γραφείου (International Maritime Bureau – ΙΜΒ), στον Κόλπο της Γουινέας σημειώθηκε το 2020 νέο αρνητικό ρεκόρ με 130 απαγωγές πληρωμάτων, από τις συνολικά 135 απαγωγές που κατεγράφησαν σε παγκόσμια κλίμακα (ποσοστό 95%). Οι παραπάνω 130 απαγωγές αφορούν σε 22 ξεχωριστά περιστατικά και, δυστυχώς, οι πρώτοι μήνες του 2021 δεν δείχνουν σημάδια βελτίωσης. Ήδη τον Ιανουάριο έχουν αναφερθεί αρκετές επιθέσεις, με πολύ βίαιες απαγωγές.

Η έκθεση του IMB σημειώνει ότι τα περιστατικά στον Κόλπο της Γουινέας είναι ιδιαίτερα επικίνδυνα, καθώς η πλειονότητα των απαγωγέων (80%) είναι οπλισμένοι. Μέχρι πριν από μερικά χρόνια, η ομηρία του πλοίου και του φορτίου του φαινόταν να είναι ο κύριος στόχος της πειρατείας, αλλά σήμερα υπάρχει μια στροφή προς τη βίαιη απαγωγή μελών του πληρώματος, με σκοπό την απαίτηση καταβολής λύτρων. Τα απαχθέντα μέλη του πληρώματος μεταφέρονται βαθιά στη ζούγκλα, όπου κρατούνται όμηροι για μήνες έως ότου καταβληθούν λύτρα. Οι συνθήκες κράτησης στα στρατόπεδα της ζούγκλας είναι, στις περισσότερες περιπτώσεις, απάνθρωπες, με αποτέλεσμα οι ναυτικοί να έρχονται αντιμέτωποι με ασθένειες και μερικές φορές ακόμα και με τον θάνατο.

Η πειρατεία στον Κόλπο της Γουινέας διαφέρει ριζικά από περιστατικά πειρατείας σε άλλες περιοχές, όπως για παράδειγμα στη Σομαλία, όπου οι περισσότερες επιθέσεις πραγματοποιούνται σε διεθνή ύδατα και τα πλοία μπορούν να προστατευτούν από τις δυνάμεις της διεθνούς κοινότητας (Atalanta naval force). Στον αντίποδα, στον Κόλπο της Γουινέας, οι επιθέσεις πραγματοποιούνται κοντά στην ακτή και η ευθύνη για την αντιμετώπισή τους στα χωρικά ύδατα βαρύνει το παράκτιο κράτος. Τα τελευταία χρόνια έχουν δείξει ότι οι πειρατές, διαθέτοντας περισσότερους πόρους (πλοία-βάσεις στα ανοιχτά του Κόλπου), μπορούν πλέον να επεκτείνουν την εγκληματική τους δράση πέρα από τα 200 μίλια των χωρικών υδάτων, εφόσον πλέον τα διερχόμενα πλοία δεν εισέρχονται στα χωρικά ύδατα. Αποτέλεσμα αυτής της επέκτασης ήταν η δημιουργία από τη διεθνή κοινότητα δυνάμεων με στόχο την προστασία των πλοίων έξω από τα χωρικά ύδατα, όπως η πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συντονισμένη Θαλάσσια Παρουσία (Coordinated Maritime Presences ‒ CMP). Σήμερα, εκτός από την υπάρχουσα περιοχή υψηλού κινδύνου στα χωρικά ύδατα της Νιγηρίας και του Μπενίν, έχει οριστεί μια νέα ζώνη εκτεταμένου κινδύνου, που καλύπτει μια σημαντικά μεγαλύτερη περιοχή στον κόλπο μεταξύ της Λιβερίας και της Αγκόλας.

Οι διαχειριστές των πλοίων, οι πλοίαρχοι και οι ναυτικοί οφείλουν να είναι προσεκτικοί και να τηρούν τα προτεινόμενα μέτρα (βέλτιστες πρακτικές διαχείρισης για τη Δυτική Αφρική, Best Management Practice West Africa – BMP WA) όσο τα πλοία ναυσιπλοούν στον Κόλπο της Γουινέας.

Στα μέτρα συμπεριλαμβάνονται:

  • Σχέδιο πλου και αξιολόγηση κινδύνου.
  • Η παραμονή των πλοίων τουλάχιστον 250 ναυτικών μιλίων ανοικτά από τις ακτές των χωρών της περιοχής υψηλού κινδύνου στη Δυτική Αφρική και να παραμένουν εκεί μέχρι να μπορούν να προσεγγίσουν σε ασφαλές αγκυροβόλιο ή προβλήτα για τη φόρτωση και την εκφόρτωση φορτίου.
  • Τα χαρακτηριστικά (ύψος εξάλων, στοιχεία ελιγμών) του πλοίου και δυνατότητες αντοχής στις ανάλογες απειλές.
  • Οι διαδικασίες της εταιρείας και του πλοίου, όπως τα γυμνάσια ετοιμότητας, η τήρηση φυλακών και περιπολιών, και η διαδικασία λήψης απόφασης.
  • Η διαθεσιμότητα Ασφαλών Αγκυροβολίων (Security Anchorage Areas), τα Πλοία Συνοδείας Ασφάλειας (Security Escort Vessels) και η συνεργασία με τις στρατιωτικές αρχές της χώρας.

Τα μέλη του πληρώματος πρέπει να ενημερώνονται για τις απειλές και τους κινδύνους του ταξιδιού σε οποιαδήποτε περιοχή κινδύνου. Πριν από την αναχώρηση, το πλήρωμα πρέπει να ενημερωθεί για τον τρόπο εφαρμογής και χρήσης των μέτρων προστασίας του πλοίου, με την εκτέλεση συχνών γυμνασίων με τήρηση/βελτίωση χρόνου ανταπόκρισης.

Προκειμένου οι πληροφορίες σχετικά με το στίγμα, τους χρόνους κατάπλου, το φορτίο και το πλήρωμά του να προστατεύονται και να μην είναι διαθέσιμες στους επίδοξους πειρατές, η επικοινωνία με τρίτα μέρη εκτός πλοίου, όπως πράκτορες, εφοδιαστές και επιθεωρητές στα λιμάνια των χωρών υψηλού κινδύνου, πρέπει να περιοριστεί στο ελάχιστο. Στο πλήρωμα πρέπει να επισημαίνεται ο κίνδυνος διαρροής πληροφοριών από τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.

Στις βέλτιστες πρακτικές (BMP WA) περιέχονται πολύ λεπτομερείς οδηγίες για τα μέτρα προστασίας των πλοίων από επιθέσεις. Ορισμένα από αυτά τα μέτρα είναι:

  • Η σωστή επιτήρηση (proper look out) μπορεί να βοηθήσει στον εντοπισμό τυχόν απειλών πολύ νωρίς, επιτρέποντας στο πλήρωμα να οργανώσει την άμυνα του πλοίου.
  • Η τοποθέτηση εμποδίων, όπως συρματόπλεγμα, που εμποδίζει την επιβίβαση, καθώς και άλλων εμποδίων που δεν επιτρέπουν την πρόσβαση στους χώρους ενδιαίτησης και στη γέφυρα.
  • Δημιουργία ομίχλης με νερό ή αφρό υπό πίεση από το σύστημα πυρόσβεσης του πλοίου, με στόχο την καθυστέρηση της επιβίβασης των πειρατών.
  • Προστασία της γέφυρας, με την τοποθέτηση χαλύβδινων ελασμάτων στις πόρτες και ανθεκτική σε έκρηξη μεμβράνη στα παράθυρα.
  • Δωμάτιο πανικού (Citadel) και ασφαλή σημεία συγκέντρωσης (muster points) για το πλήρωμα.
  • Ιδιωτικοί ένοπλοι φρουροί.

Η επιβίβαση ιδιωτικών φρουρών στα πλοία στην περίπτωση της Σομαλίας υπήρξε αποτελεσματικότατο μέτρο καταπολέμησης της πειρατείας, ώστε για το 2019 και το 2020 να μην έχει καταγραφεί περιστατικό πειρατείας στην περιοχή. Σε αντίθεση, οι επιθέσεις στον Κόλπο της Γουινέας πραγματοποιούνται συχνά σε πλοία που εισέρχονται ή εξέρχονται από λιμάνια ή στα αγκυροβόλια μέσα στα χωρικά ύδατα. Οι εθνικοί νόμοι αυτών των παράκτιων κρατών δεν επιτρέπουν την επιβίβαση ενόπλων φρουρών στα εμπορικά πλοία και οι πλοιοκτήτες βασίζονται πλέον στις δυνάμεις του πολεμικού ναυτικού των αρμόδιων χωρών.

Εάν ο πλοιοκτήτης επιθυμεί να έχει ιδιωτικούς οπλισμένους φρουρούς στα πλοία του, τότε όλοι οι ιδιωτικοί ένοπλοι φρουροί πρέπει να αποβιβαστούν από τα πλοία και να αντικατασταθούν με τοπικό προσωπικό ασφαλείας όταν αυτά εισέρχονται στα χωρικά ύδατα. Για να μπορεί ένας πλοιοκτήτης να έχει ντόπιους ένοπλους, πρέπει να το ζητήσει είτε από έναν τοπικό πράκτορα είτε με άμεση επικοινωνία με τον στρατό ή την αστυνομία της χώρας που το πλοίο της πρόκειται να προσεγγίσει.

Επίσης, θα πρέπει οι διαχειριστές πλοίων να λαμβάνουν μέριμνα, εφόσον τα πλοία τους, σύμφωνα με το ναυλοσύμφωνο, πρόκειται να προσεγγίσουν λιμάνια που βρίσκονται σε περιοχές υψηλού κινδύνου ή πρόκειται να διαπλεύσουν περιοχές υψηλού κινδύνου, να εισαγάγουν σε αυτό ρήτρες για την πειρατεία (piracy clause).

Η BIMCO έχει δημιουργήσει συγκεκριμένες ρήτρες πειρατείας για χρονοναυλοσύμφωνα (time charters), διαδοχικά ταξίδια (consecutive voyage charters/COAs) και ναυλοσύμφωνα κατά ταξίδι (voyage charters). Αυτές οι ρήτρες επιτρέπουν στους πλοιοκτήτες να παρεκκλίνουν από το σχεδιασμένο ταξίδι ή και να μην προσεγγίσουν το λιμάνι προορισμού αν αυτό είναι επικίνδυνο.

Τέλος, και παρά τα ανωτέρω μέτρα, όσο οι χώρες δεν επιτρέπουν την επιβίβαση ιδιωτικών ενόπλων στα χωρικά ύδατά τους, η περιοχή του Κόλπου της Γουινέας θα παραμείνει ως περιοχή πολύ υψηλού ρίσκου, χωρίς να μπορεί να προσδιοριστεί χρονικά η εξουδετέρωση των πειρατών και κατά συνέπεια των επιθέσεων. Η προστασία από τις τοπικές αρχές, όπως οι ναυτικές δυνάμεις, παραμένει περιορισμένη και δεν είναι πάντα διαθέσιμη. Ως εκ τούτου, είναι υψίστης σημασίας οι διαχειριστές των πλοίων να εφαρμόζουν με ακρίβεια τα προβλεπόμενα μέτρα και να εκπαιδεύουν τα πληρώματά τους ώστε να αντιμετωπίζονται οι απειλές με ύψιστο επαγγελματισμό και ακρίβεια.

To παρόν άρθρο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Ναυτικά Χρονικά, τεύχος Απριλίου 2021, σελ. 126

Φωτό αρχείου/ Walkerssk-Pixabay