Πλυντρίδες (scrubbers) και απόρριψη νερού μετά την αποθείωση των καυσίμων

0

Του Καπτ. Γ. Γεωργούλη

Πλοία εφοδιασμένα με πλυντρίδες θα απορρίπτουν τουλάχιστον 10 δισ. τόνους νερού πλυσίματος κάθε χρόνο, σύμφωνα με έκθεση του Διεθνούς Συμβουλίου για τις Καθαρές Μεταφορές (International Council Clean Transportation ‒ ICCT), δηλαδή ποσότητα ίση με την ποσότητα των φορτίων που μεταφέρονται διά θαλάσσης στο ίδιο διάστημα.

Σχεδόν όλο το νερό πλύσης θα απορρίπτεται από πλυντρίδες ανοιχτού βρόχου και υβριδικά συστήματα πλύσης καυσαερίων που λειτουργούν με ανοιχτό βρόχο, ενώ 0,3 εκατ. τόνοι εκτιμάται ότι θα απορρίπτονται από πλυντρίδες κλειστού βρόχου.

Συνολικά, τα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, χύδην στερεών φορτίων και τα δεξαμενόπλοια είναι υπεύθυνα για περίπου το 70% των απορρίψεων. Τα κρουαζιερόπλοια αναμένεται να αντιπροσωπεύουν το 15% των απορρίψεων.

Η έκθεση χρησιμοποίησε την κυκλοφορία πλοίων του 2019 ως βασική γραμμή πριν από την έναρξη της πανδημίας του Covid-19 και εξέτασε περίπου 3.600 πλοία που είχαν εγκαταστήσει scrubbers έως το τέλος του 2020.

Το συμβούλιο εκτιμά ότι οι απορρίψεις σε πραγματικούς αριθμούς μπορεί να είναι μεγαλύτερες, καθώς στην έκθεση χρησιμοποιήθηκαν συντηρητικές εκτιμήσεις για τους ρυθμούς ροής των απορρίψεων, ενώ ο αριθμός των πλοίων με εγκατεστημένες πλυντρίδες ανέρχεται πλέον σε περισσότερα από 4.300.

Από τις πλυντρίδες που ήταν εγκατεστημένες σε 3.628 πλοία κατά την έρευνα, οι πλυντρίδες ανοιχτού βρόχου είναι ο πιο συνηθισμένος τύπος (το 85% όλων των πλυντρίδων που είναι εγκατεστημένες), τα υβριδικά συστήματα είναι το δεύτερο σε προτίμηση (14%), ενώ μόνο το 1% των συστημάτων είναι κλειστού βρόχου. Ο αριθμός των πλοίων μεταφοράς χύδην στερεών φορτίων με scrubbers ανέρχεται σε 1.246 ή στο 34% όλων των εξοπλισμένων πλοίων, ενώ τα κρουαζιερόπλοια έχουν το μεγαλύτερο μερίδιο του στόλου τους εξοπλισμένο με πλυντρίδες και, σύμφωνα με την έκθεση, το 34% όλων των κρουαζιερόπλοιων.

Η εγκατάσταση των συστημάτων έχει στόχο την απομάκρυνση του θείου από τα καυσαέρια του πλοίου ψεκάζοντάς τα με θαλασσινό νερό, ενώ στη συνέχεια το νερό, μετά την πλύση, απορρίπτεται στη θάλασσα. Πολλοί οργανισμοί έχουν εκφράσει περιβαλλοντικές ανησυχίες για το περιεχόμενο του νερού μετά την πλύση των καυσαερίων, το οποίο πιστεύεται ότι είναι πιο όξινο από το θαλασσινό νερό.

Σύμφωνα με το ICCT, επειδή το νερό μετά την πλύση περιέχει πολυκυκλικούς αρωματικούς υδρογονάνθρακες, σωματίδια, νιτρικά άλατα, νιτρώδη άλατα και βαρέα μέταλλα, είναι τοξικό για ορισμένους θαλάσσιους οργανισμούς και μπορεί να επιδεινώσει την ποιότητα του νερού της θάλασσας με απρόβλεπτους περιβαλλοντικούς κινδύνους, ενώ περίπου το 80% των απορρίψεων συμβαίνουν σε απόσταση όχι μεγαλύτερη από 200 ναυτικά μίλια από την ακτή.

Το νερό απόρριψης από scrubbers δεν κατανέμεται γεωγραφικά ισόνομα στον πλανήτη. Σύμφωνα με την έκθεση, αναγνωρίστηκαν τρεις γεωγραφικές περιοχές οι οποίες επιβαρύνονται πολύ περισσότερο από άλλες:

  • Η Καραϊβική Θάλασσα στην Αμερική.
  • Η Βαλτική Θάλασσα και ο δίαυλος της Μάγχης και η Μεσόγειος στην Ευρώπη.
  • Το Στενό της Μαλάκκα και κατά μήκος της Νότιας και Ανατολικής Θάλασσας της Κίνας.

Οι απορρίψεις νερού από πλυντρίδες συμβαίνουν επίσης σε ειδικά ευαίσθητες θαλάσσιες περιοχές (Particularly Sensitive Sea Areas ‒ PSSA), συμπεριλαμβανομένου του Great Barrier Reef της Αυστραλίας, όπου αναμένεται να απορριφθούν, σύμφωνα με την έκθεση, περίπου 32 εκατ. τόνοι νερού πλυσίματος, ποσοστό 5% επί των 665 εκατ. τόνων που αναμένεται να απορριφθούν σε PSSA σε όλο τον κόσμο. Οι κυβερνήσεις που έχουν λάβει προληπτικά μέτρα και έχουν απαγορεύσει τη χρήση scrubbers στα λιμάνια τους, στα εσωτερικά ύδατα και στα χωρικά ύδατα ανέρχονταν σε δεκαέξι έως τον Ιούνιο του 2020.

Η παραπάνω έκθεση έρχεται να προσθέσει ακόμα περισσότερες αμφιβολίες σχετικά με τα τελικά περιβαλλοντικά οφέλη από τη χρήση των πλυντρίδων και μένει να αποδειχθούν ή όχι οι προβλέψεις της μελέτης ώστε η χρήση των καυσίμων πολύ χαμηλής περιεκτικότητας σε θείο και τα εναλλακτικά καύσιμα να αποτελέσουν τις βιώσιμες και περιβαλλοντικά φιλικές λύσεις για τους διαχειριστές των πλοίων.

Το παρόν άρθρο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Ναυτικά Χρονικά, τεύχος Μαΐου 2021, σελ. 76.