Στο σύγχρονο επιχειρηματικό περιβάλλον, η διαρκής αναζήτηση ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος αποτελεί βασικό στόχο κάθε επιχείρησης. Η θεωρία των πόρων και των ικανοτήτων προσφέρει ένα ισχυρό θεωρητικό πλαίσιο για την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο οι εσωτερικοί παράγοντες μιας επιχείρησης μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για βιώσιμη και διατηρήσιμη ανταγωνιστικότητα.
Σύμφωνα με τη θεωρία των πόρων και των ικανοτήτων, κάθε επιχείρηση κατέχει ένα σύνολο πόρων και ικανοτήτων που μπορούν να συμβάλλουν στη μακροχρόνια αγωνιστικότητά της. Τα περιουσιακά στοιχεία ή οι συντελεστές παραγωγής που κατέχει και ελέγχει ή έχει πρόσβαση σε αυτά σε σταθερή βάση αποτελούν τους πόρους της. Αντίστοιχα, ικανότητες είναι τα προσόντα που έχει στη διάθεσή της για να εκτελέσει συντονισμένα ένα σύνολο δραστηριοτήτων, αξιοποιώντας τους πόρους της με σκοπό την επίτευξη συγκεκριμένων αποτελεσμάτων.
Για να μπορούν οι πόροι να αποτελέσουν τη βάση του διατηρήσιμη ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος της επιχείρησης που τους κατέχει, πρέπει να είναι υψηλής αξίας, σπάνιοι, και να μην μπορούν οι ανταγωνιστές να τους αντιγράψουν. Υπάρχουν τρεις τύποι πόρων:
- Οι φυσικοί κεφαλαιακοί πόροι: τεχνολογία της επιχείρησης, παραγωγικές εγκαταστάσεις και εξοπλισμός, γεωγραφική θέση και πρόσβαση σε πρώτες ύλες.
- Οι οργανωτικοί πόροι: τυπική δομή της επιχείρησης, συστήματα ελέγχου και συντονισμού, άτυπες σχέσεις μεταξύ των ομάδων στο εσωτερικό της επιχείρησης και ανάμεσα στην επιχείρηση και το εξωτερικό της περιβάλλον.
- Οι πόροι ανθρώπινου κεφαλαίου: εκπαίδευση, εμπειρία, κρίση, ευφυΐα, σχέσεις μεταξύ των ατόμων, διορατικότητα των διοικητικών στελεχών και των εργαζομένων.
Τα τελευταία χρόνια έχει αναδειχθεί, επίσης, η σημασία των άυλων και των ανθρώπινων πόρων, καθώς από αυτούς εξαρτάται η επιτυχής αξιοποίηση και των υλικών πόρων. Αυτοί οι πόροι συμβάλλουν στην ανάπτυξη ικανοτήτων στο εσωτερικό της επιχείρησης.
*Οι πληροφορίες για το παραπάνω άρθρο αντλήθηκαν από το βιβλίο «Οργάνωση και διοίκηση ναυτιλιακών επιχειρήσεων», του καθ. Ιωάννη Θεοτοκά (Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 3η έκδοση, Σεπτέμβριος 2019), σσ. 336.Αποκτήστε το βιβλίο πατώντας εδώ