Στο διαρκώς μεταβαλλόμενο και έντονα ανταγωνιστικό περιβάλλον της διεθνούς ναυτιλίας, η συνεχής βελτίωση της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας αποτελεί βασική προτεραιότητα για κάθε ναυτιλιακή επιχείρηση. Στο πλαίσιο αυτό, το benchmarking αναδεικνύεται ως ένα πολύτιμο «εργαλείο» αξιολόγησης και βελτίωσης των ναυτιλιακών επιχειρήσεων.
Ως benchmarking («συγκριτική προτυποποίηση») ορίζεται η διαδικασία συνεχούς μέτρησης και σύγκρισης των λειτουργιών μιας επιχείρησης με τις συγκρίσιμες λειτουργίες των κορυφαίων επιχειρήσεων του κλάδου. Στόχος της συγκεκριμένης διαδικασίας είναι η απόκτηση πληροφόρησης που θα συμβάλει στη βελτίωση της επιχείρησης.
Πρόκειται για μια διαδικασία η οποία δίνει τη δυνατότητα στην επιχείρηση να ποσοτικοποιήσει τις υπάρχουσες διαφορές στην απόδοσή της, να τεκμηριώσει τους λόγους για τους οποίους υφίστανται αυτές οι διαφορές και να χαράξει στρατηγική με γνώμονα την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς της.
Ανάλογα με τα στοιχεία της σύγκρισης, διακρίνονται τρεις τύποι συγκριτικής προτυποποίησης:
- Benchmarking απόδοσης: Η σύγκριση μετρήσεων απόδοσης, προκειμένου να διαπιστωθεί το επίπεδο απόδοσης της επιχείρησης σε σχέση με την απόδοση άλλων επιχειρήσεων.
- Benchmarking λειτουργιών: Η σύγκριση μεθόδων και πρακτικών όσον αφορά την υλοποίηση λειτουργιών της επιχείρησης, με σκοπό τη μάθηση από κορυφαίες επιχειρήσεις και τη βελτίωση στον τρόπο υλοποίησής τους.
- Benchmarking στρατηγικών: Η σύγκριση των στρατηγικών επιλογών άλλων επιχειρήσεων, με σκοπό τη συλλογή πληροφοριών που θα βελτιώσουν τον στρατηγικό προγραμματισμό και τη στρατηγική τοποθέτηση της επιχείρησης.
*Οι πληροφορίες για το παραπάνω άρθρο αντλήθηκαν από το βιβλίο «Οργάνωση και διοίκηση ναυτιλιακών επιχειρήσεων», του καθ. Ιωάννη Θεοτοκά (Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 3η έκδοση, Σεπτέμβριος 2019), σσ. 497.Αποκτήστε το βιβλίο πατώντας εδώ