Τεχνικές για την αποφυγή cargo claims στα δεξαμενόπλοια

0

του καπτ. Γεώργιου Γεωργούλη

Οι διαφορές σχετικά με τα «εκτός προδιαγραφών» υγρά φορτία, ειδικότερα των παραγώγων πετρελαίου, αποτελούν συχνό πρόβλημα και οι διαχειριστές των πλοίων (operators) δεν έχουν στη διάθεσή τους επαρκείς αποδείξεις ως προς την αιτία της αλλοίωσης του φορτίου. Η πηγή του προβλήματος μπορεί να είναι στη δεξαμενή αποθήκευσης στην ξηρά, στον αγωγό της ξηράς (κατάλοιπα προηγούμενου φορτίου) κατά τη διάρκεια της φόρτωσης και πιθανόν στο πλοίο. Είναι επίσης πιθανό το φορτίο να είναι εκτός προδιαγραφών κατά την παραγωγή του στο διυλιστήριο και στη συνέχεια κατά τη μεταφορά του στον τερματικό σταθμό (terminal) για φόρτωση στο πλοίο. Ωστόσο, αν το φορτίο διαπιστωθεί ότι είναι «εκτός προδιαγραφών» μετά την άφιξη του πλοίου στο λιμάνι εκφόρτωσης χωρίς να υπάρχουν αποδείξεις αλλοίωσης κατά τη φόρτωση από την πλευρά της ξηράς, η πιθανότητα να αντιμετωπίσει απαίτηση αποζημίωσης για αλλοίωση κατά τη μεταφορά είναι μεγάλη, ακόμα και αν τελικά το πλοίο δεν φέρει ευθύνη.

Η μόνη αποτελεσματική άμυνα κατά τέτοιων απαιτήσεων είναι η δειγματοληψία σε όλα τα στάδια της φόρτωσης και η σωστή διατήρηση των αντίστοιχων σφραγισμένων δειγμάτων πάνω στο πλοίο. Τα δείγματα που λαμβάνονται στα manifolds του πλοίου και διατηρούνται πάνω σε αυτό αποδεικνύουν ότι η κατάσταση του φορτίου δεν έχει μεταβληθεί κατά τη φόρτωση και τη μεταφορά του μέχρι και το λιμάνι εκφόρτωσης. Είναι επομένως σημαντικό οι διαχειριστές των πλοίων να εφαρμόζουν κατάλληλες διαδικασίες για τη λήψη και τη διατήρηση διπλών δειγμάτων όλων των φορτίων που φορτώνονται και να εκπαιδεύουν τα πληρώματά τους σχετικά με τη διαδικασία της δειγματοληψίας. Ένας έμπειρος αξιωματικός πρέπει να είναι σε θέση να εντοπίσει δείγμα χαμηλής ποιότητας μόνο με οπτικό έλεγχο, από το χρώμα, ειδικά σε φορτία καθαρών παραγώγων πετρελαίου. Η έγκαιρη παρέμβαση μπορεί να αποτρέψει μια απαίτηση αποζημίωσης που θα προκύψει αργότερα.

Σήμερα, στη διαδικασία προετοιμασίας των δεξαμενών που θα υποδεχτούν τα φορτία χρησιμοποιούνται πολύτιμοι και σημαντικοί ανθρώπινοι και χρηματικοί πόροι στα πλοία για το πλύσιμο και τον καθαρισμό των δεξαμενών, των γραμμών φόρτωσης και τη διάθεση καταλοίπων σε υποδοχές ξηράς. Οι παραπάνω χώροι πολλές φορές δεν επιθεωρούνται οπτικά προς αποφυγήν καθυστερήσεων αλλά και απαιτήσεων των τερματικών σταθμών το πλοίο να καταπλέει με τις δεξαμενές αδρανοποιημένες. Συνεπώς, η δειγματοληψία του φορτίου τη στιγμή που περνάει από τον αγωγό της ξηράς στο πλοίο (manifolds) αποτελεί το μόνο αποδεικτικό στοιχείο για την κατάσταση του φορτίου όταν αυτό περνάει προς τις δεξαμενές για πρώτη φορά, αφού έχει διατρέξει το δίκτυο της ξηράς.

Σε πρόσφατη περίπτωση, ένα πλοίο μεταφοράς χημικών έφτασε σε έναν τερματικό σταθμό με δεξαμενές φορτίου και γραμμές πλυμένες, καθαρές και έτοιμες για φόρτωση. Το πλοίο επιθεωρήθηκε κατά την άφιξη και κρίθηκε κατάλληλο για το καθορισμένο φορτίο. Δείγματα φορτίου δεν ελήφθησαν από τα manifolds, αλλά από τη δεξαμενή που, σύμφωνα με το σχέδιο φόρτωσης, θα υποδεχόταν πρώτη το φορτίο. Κατά την ανάλυση των πρώτων δειγμάτων, διαπιστώθηκε ότι το φορτίο ήταν εκτός προδιαγραφών, με αποτέλεσμα να σταματήσει η φόρτωση και να χρεωθεί η αλλοίωση του φορτίου στο πλοίο. Στη συνέχεια, το πλοίο άντλησε το φορτίο πίσω στην ξηρά, απομακρύνθηκε από τον τερματικό σταθμό και βγήκε στην ανοιχτή θάλασσα να πλύνει τις δεξαμενές ξανά και να επιστρέψει για να επαναλάβει τη φόρτωση.

Πράγματι, το δεξαμενόπλοιο επέστρεψε μετά τον καθαρισμό των δεξαμενών και η φόρτωση ξεκίνησε από την αρχή. Αυτή τη φορά δείγματα ελήφθησαν από τα manifolds- όλα ήταν εντάξει αυτή τη φορά. Ωστόσο, μετά από λεπτομερή ανάλυση του δείγματος του αλλοιωμένου φορτίου, αποκαλύφθηκε ότι η αιτία της αλλοίωσης εντοπίστηκε στα κατάλοιπα των δεξαμενών και των αγωγών της ξηράς, όμως η μη επάρκεια των δειγμάτων εμπόδισε την απόδειξη της προέλευσης της αλλοίωσης.

Για τη σωστή διαδικασία συλλογής δειγμάτων κατά τη φόρτωση, πρέπει να γίνουν τα ακόλουθα βήματα:
– Τα δείγματα πρέπει να λαμβάνονται πριν από το επιστόμιο του manifold, προς την πλευρά του αγωγού ξηράς.
– Πολύ χαμηλός αρχικός ρυθμός φόρτωσης (αν είναι δυνατόν με τη βαρύτητα).
– Σε περίπτωση που κατά τον οπτικό έλεγχο το δείγμα παρουσιάζει αλλοίωση, τότε νέο δείγμα λαμβάνεται, και έτσι υπάρχει απόδειξη της ποιότητας του φορτίου κατά την έναρξη της φόρτωσης.
– Πρέπει να ληφθούν δείγματα από τη δεξαμενή του πλοίου όταν το ύψος του φορτίου φτάσει το ένα πόδι, για να επιβεβαιωθεί η καταλληλότητα της δεξαμενής και του δικτύου του πλοίου.
– Η λήψη ενός τελικού δείγματος από τη δεξαμενή μετά την ολοκλήρωση της φόρτωσης και πριν από την έναρξη της εκφόρτωσης θα δώσει τη δυνατότητα στο πλοίο να αποδείξει ότι κατά τη μεταφορά ουδεμία αλλοίωση υπήρξε.
– Μπορεί επίσης να είναι χρήσιμο ο υπεύθυνος αξιωματικός να ζητήσει δείγματα που ελήφθησαν από τον επιθεωρητή του τερματικού σταθμού στο manifold, καθώς και δείγματα από τη δεξαμενή ξηράς. Εάν η ποιότητα των δειγμάτων φορτίου από το πλοίο και την ξηρά φαίνεται να είναι διαφορετική, η φόρτωση θα πρέπει να σταματήσει για περαιτέρω διερεύνηση.

Τέλος, για να εξασφαλιστεί η καλύτερη δυνατή άμυνα μιας απαίτησης φορτίου έναντι του πλοίου, πρέπει να εφαρμόζονται γραπτές διαδικασίες, που περιγράφουν λεπτομερώς τη διαδικασία δειγματοληψίας. Μια ακατάλληλη μέθοδος δειγματοληψίας μπορεί να οδηγήσει σε ένα δείγμα κακής ποιότητας, που δεν είναι αναγκαστικά αντιπροσωπευτικό του ίδιου του φορτίου. Για τα δείγματα που συλλέγονται, πρέπει οι ετικέτες να φέρουν υπογραφή του επιθεωρητή, οι αριθμοί των σφραγίδων να αναγράφονται στο ημερολόγιο και να συνυπογράφεται από τον πλοίαρχο και τον επιθεωρητή η αναφορά δειγμάτων (sampling report).

Απόσπασμα από τo άρθρο, με τίτλο «Τα δείγματα φορτίου που κρατούνται στο πλοίο η καλύτερη άμυνα κατά των απαιτήσεων φορτίου (cargo claims)», Ναυτικά Χρονικά, Ιούνιος 2018, σ. 97

Φωτό: USCG